Κάποιοι τολμούν να το ξεστομίσουν. Άλλοι, απλώς το σκέφτονται: "Όταν μια γυναίκα γυρίζει στο σπίτι μόνη μεσ' τα μαύρα μεσάνυχτα, μεθάει ή ντύνεται υπερβολικά... σέξι, πηγαίνει γυρεύοντας." Για την ακρίβεια αποδίδουν το φταίξιμο και στο θύμα για ό,τι του συνέβη. Ποιοι ψυχολογικοί παράγοντες κρύβονται πίσω απ' αυτές τις αντιδράσεις;

Το θύμα μιας εγκληματικής πράξης μπορεί, εκτός από συμπαράσταση, να περιμένει σχεδόν πάντα και κατηγορία: το λεγόμενο victim blaming. Γιατί: πού πήγαινες, καλή μου, με τόσο κοντή φούστα, με τι μυαλό πήγες και μέθυσες, τι δουλειά είχες σε εκείνο το μέρος; Το ίδιο φαινόμενο συμβαίνει συχνά και σε περιπτώσεις bullying ("Μα αφού είναι και λίγο μυγιάγγιχτος/μαμάκιας/κλάψας") ή ακόμη και σε ασθένειες ("Τι περιμένεις έτσι που καπνίζεις/τρως/δουλεύεις ατελείωτες ώρες;") Το μεγαλύτερο μέρος των επιστημονικών ερευνών, ωστόσο, επικεντρώνεται στο φαινόμενο του victim blaming κυρίως στα πλαίσια σεξουαλικής βίας.
Ένας δίκαιος κόσμος
Ο μεγάλος αριθμός των ανθρώπων που βρίσκονται να κατηγορούν τα θύματα αποδεικνύεται σε μια παλαιότερη βρετανική έρευνα η οποία πραγματοποιήθηκε μετά από εντολή της Διεθνούς Αμνηστίας. Το ένα τρίτο των Βρετανών υποστήριζε, πριν από δέκα χρόνια, ότι οι γυναίκες που φλερτάρουν έχουν μερίδιο ευθύνης αν βιαστούν. Αν επίσης είχαν μεθύσει ή ντυθεί με τρόπο που θεωρήθηκε προκλητικός; Η ετυμηγορία ήταν ίδια: τα ήθελε και τα έπαθε.
Γιατί σκέφτονται έτσι οι άνθρωποι; Σύμφωνα με τον καθηγητή κοινωνικής ψυχολογίας Melvin Lerner, η τάση να ενοχοποιείται το θύμα προέρχεται από αυτό που ο ίδιος ονομάζει "The just world fallacy" ή, στα ελληνικά, η λανθασμένη αντίληψη (πλάνη) ενός δίκαιου κόσμου. Μια σειρά πειραμάτων που διεξήγαγε με τους συναδέλφους του στη διάρκεια της δεκαετίας του '60 αποδεικνύουν τη θεωρία του. Στο πρώτο πείραμα, το 1966, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να παρακολουθήσουν τη διοχέτευση ηλεκτρικών σοκ σε ένα "θύμα", το οποίο φυσικά ήταν μέρος του πειράματος. Ενώ αρχικά δυσανασχετούσαν με το θέαμα, όσο συνέχιζε η διοχέτευση ηλεκτρικών σοκ στο θύμα και οι θεατές δεν ήταν σε θέση να επηρεάσουν ή να ελέγξουν την κατάσταση, τόσο περισσότερο έριχναν το φταίξιμο στο θύμα.
Ο Lerner θεωρεί πως η βαθιά ανάγκη μας να πιστέψουμε σε έναν δίκαιο κόσμο ( "just world' ) είναι ο λόγος για τον οποίο θέλουμε να βρίσκουμε πάντα μια αιτία πίσω από κάθε κακό. Αν δώσεις τον καλύτερο εαυτό σου, θα ανταμειφθείς. Αν είσαι αχάριστος και δεν κοπιάσεις, θα είσαι ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Σε έναν τέτοιο κόσμο θα έπρεπε τα θύματα να θεωρούν ότι προκαλούν τα ίδια τη μοίρα τους.
Η αυταπάτη της ασφάλειας
Επιπλέον, οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να διατηρήσουν την εικόνα ενός ασφαλούς κόσμου, πιστεύει η Iva Bicanic, επικεφαλής του Κρατικού Κέντρου Ψυχικού Τραύματος και του Κέντρου Σεξουαλικής Βίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Ουτρέχτης.
"Όταν κλωνίζεται η ασφάλεια και η δικαιοσύνη από ένα αποτρόπαιο γεγονός όπως ένας βιασμός, προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε αυτά τα ιδανικά με το να αποδώσουμε ευθύνες για το γεγονός στο θύμα. Αυτό μας δίνει την αίσθηση του ελέγχου: το θύμα ήταν απερίσκεπτο, εμείς δεν θα κάναμε κάτι τέτοιο σε καμία περιπτωση, άρα σε εμάς δεν θα συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο."
Αυτό είναι και ο λόγος για τον οποίο συχνά τα θύματα θεωρούν πως φταίνε τα ίδια, όπως φαίνεται από έρευνα που διεξήγαγε ο ψυχολόγος Ronnie Janoff-Bulman. Το να κατηγορεί το θύμα τον εαυτό του (self-blaming), του δίνει ένα αίσθημα ελέγχου πάνω σε αυτό που του συνέβη. Έτσι, του δίνει και ένα αίσθημα ελέγχου για το μέλλον: θα μπορέσει να το προλάβει και δεν θα του ξανασυμβεί.
Η διάλυση της εικόνας του εαυτού
Η απόδοση μεριδίου ευθύνης μπορεί να έχει δραματικό αντίκτυπο στο θύμα. 'Συχνά, οι
ψυχολόγοι αναφερόμαστε σε αυτό σαν "δεύτερο βιασμό" ', λέει η Bicanic.

"Ο βιασμός είναι μια τραυματική εμπειρία, αλλά οι αντιδράσεις του προσωπικού παροχής βοήθειας, των φίλων ή της οικογένειας, που προσπαθούν να αποδόσουν ευθύνες στο θύμα για ό,τι του συνέβη, είναι εξίσου τραυματικό, αν όχι περισσότερο. Η κατηγόρηση του θύματος (victim-blaming) διαλύει την εικόνα του στα ίδια του τα μάτια, αφού το γεμίζει με αισθήματα κατωτερότητας, ενοχής ή ακόμα και... χαζομάρας. Όλο αυτό εμποδίζει το θύμα να επεξεργαστεί το ίδιο αυτό που του συνέβη."
Το να μην επεξεργαστεί το θύμα το τι του συνέβη, καθιστά το θύμα, δυστυχώς, πιο ευάλωτο σε έναν επόμενο βιασμό. Οι γυναίκες που έχουν πέσει θύματα βιασμού έχουν μάλιστα 35 φορές περισσότερες πιθανότητες να βιαστούν ξανά. Η θεωρία πίσω από αυτό είναι ότι τα ερεθίσματα και τα σημάδια που προειδοποιούν για επερχόμενο κίνδυνο δεν γίνονται αντιληπτά, με αποτέλεσμα να μην αντιδράσει το θύμα επαρκώς ώστε να θέσει τον εαυτό του ξανά σε ασφάλεια.
Ηθικές αξίες
Ευτυχώς δεν κατηγορούν όλοι το θύμα και υπάρχουν άνθρωποι που συμπαραστέκονται και συμπάσχουν μαζί του. Πού διαφέρουν αυτοί από τους άλλους που κουνάνε το δάχτυλο στο θύμα; Η Laura Niemi, ερευνήτρια του πανεπιστημίου Harvard στη Μασαχουσέτη, δημοσίευσε μια έρευνα όπου αποδεικνύει ότι αυτοί οι ανθρώποι έχουν διαφορετικές ηθικές αξίες.
Όσον αφορα τις ηθικές αξίες, αυτές χωρίζονται χονδρικά σε δύο ομάδες. Η πρώτη αφορά ανθρώπους που έχουν ως επί το πλείστον ατομικές αξίες. Αυτοί δίνουν προτεραιότητα στην προάσπιση της ευημερίας και των δικαιωμάτων των ατόμων. Σύμφωνα με την Niemi, στην περίπτωση ποινικών αδικημάτων οι ανθρώποι αυτοί έχουν στο μυαλό τους την εικόνα θύτη - θύματος: το θύμα έχει υποστεί κακοποίηση και πρέπει να προστατευτεί.
Η δεύτερη ομάδα αφορά ανθρώπους που τους εκφράζουν περισσότερο οι κοινωνικές αξίες: είναι πιστοί στην ομάδα στην οποία ανήκουν, υπάκουοι στις αρχές και δίνουν μεγάλη βαρύτητα στη θρησκεία και στην σεξουαλική καθαρότητα. Σε όλα τα πειράματα που διεξήχθησαν στο Harvard το αποτέλεσμα ήταν πως αυτή η ομάδα ανθρώπων είναι πιο πιθανό να στιγματίσει και να κατηγορήσει τα θύματα.
Το κοινό καλό βρίσκεται για αυτούς πολύ πιο ψηλά από το ατομικό καλό, με αποτέλεσμα να συμπάσχουν λιγότερο με το θύμα και να κατηγορούν πολύ πιο γρήγορα κάποιον ο οποίος δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες της κοινωνίας. Δηλαδή, δεν μπαίνουν τόσο εύκολα στη θέση του θύματος, αλλά επικεντρώνονται περισσότερο στο τι θα μπορούσε να είχε κάνει το θύμα ώστε να αποφευχθεί το μοιραίο.
Η κοινή γνώμη
Μπορεί να επηρεαστεί η κοινή γνώμη για τα θύματα, έτσι ώστε να αποφεύγονται περιστατικά όπου βρίσκονται κατηγορούμενα για ό,τι τους συνέβη; Την ερώτηση αυτή θέλησε να απαντήσει η ομάδα της Niemi. Οι επιστήμονες, λοιπόν, διόρθωσαν τα κείμενα πάνω στα οποία θα βασιζόταν η ετυμηγορία των συμμετεχόντων, όσον αφορά το ποιος έφταιξε.
Το κείμενο δεν ξεκινούσε πια έτσι: " Η Λίζα, μια πωλήτρια, προσεγγίστηκε από τον Νταν, που είναι ατζέντης ενός πρακτορείου μοντελων." αλλά έτσι: "Ο Νταν, ένας ατζέντης ενός πρακτορείου μοντέλων, προσέγγισε τη Λίζα, που είναι πωλήτρια." Τι προέκυψε; Με την αλλαγή της σειράς των λέξεων και την εναλλαγή υποκειμένου και αντικειμένου στην πρόταση, δίνοντας έτσι τη βαρύτητα στο θύτη, οι συμμετέχοντες έριχναν σπανιότερα το φταίξιμο στο θύμα.
Το πώς σκέφτονται οι άνθρωποι για τα θύματα μοιάζει, λοιπόν, να μπορεί να επηρεαστεί. Το να μιλάμε περισσότερο για τους θύτες και να δίνουμε λιγότερη βαρύτητα στα θύματα φαίνεται να είναι μια καλή στρατηγική για να μειώσουμε τις περιπτώσεις όπου τα θύματα στοχοποιούνται και κατηγορούνται, καταλήγει η Niemi.
Αυτό θα συνέβαλλε στη μείωση του τραύματος κατά το ήμισυ, σύμφωνα με την Iva Bicanic του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Ουτρέχτης. " Λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν είμαστε σε θέση να φέρουμε πίσω το χρόνο και να προλάβουμε τους βιασμούς που έχουν ήδη συμβεί, ίσως θα έπρεπε να επικετρωθούμε στο να μειώσουμε τα περιστατικά όπου το θύμα κατηγορείται για ό,τι του συνέβη, μειώνοντας το victim - blaming".
Πηγές μεταξύ άλλων:
L. Niemi, L.Young, When and why we see victims as responsible; The impact of ideology on attitudes toward victims, Personality and Social Psychology Bulletin, 2015
M. Myers, Coping ability of women who become victims of rape, Dissertation, 2006
R. Janoff-Bulman, Characterological versus behavioral self-blame: inquiries into depression and rape, Journal of Personality and Social Psychology, 1979
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ: η όποια αναδημοσίευση του κειμένου ή μέρος αυτού χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση της συγγραφέως.
Comments